Τηλεμετρία στη καρδιολογία: Σύγχρονες τεχνολογίες που βελτιώνουν τη διαχείριση καρδιαγγειακών παθήσεων

Τηλεμετρία στη καρδιολογία: Σύγχρονες τεχνολογίες που βελτιώνουν τη διαχείριση καρδιαγγειακών παθήσεων

Η καταγραφή σημάτων που παράγονται από το ανθρώπινο σώμα αποτελεί σημαντικό μέρος της διαγνωστικής καρδιολογίας. Η σύγχρονη τεχνολογία μας προσφέρει τη μεταφορά μεγάλου όγκου δεδομένων σε απομακρυσμένες περιοχές. Οι λύσεις που προκύπτουν από αυτό για τη διάγνωση και θεραπεία διαφόρων παθήσεων, χωρίς την απευθείας επαφή ιατρού και ασθενή, αποτελεί μεγάλη κατάκτηση της τεχνολογίας, ειδικά σε περιόδους όπως αυτή με την έξαρση της COVID‐19, κυρίως για τον γηράσκοντα πληθυσμό που χρήζει ιδιαίτερης προ στασίας. Τα πιο σημαντικά παραδείγματα της τηλεϊατρικής στην καρδιολογία αποτελούν η παρακολούθηση εμφυτευμένων συσκευών, όπως βηματοδότες και απινιδωτές, καθώς και συσκευές με ενσωματωμένους αισθητές (wearables), όπου η καταγραφή δεδομένων, όπως ΗΚΓ, αρτηριακής πίεσης, καρδιακής συχνότητας και σωματικού βάρους μπορούν να μεταφερθούν στα κινητά τηλέφωνα (smartphones) και να αξιολογηθούν αναλόγως.

Επίσης, ο έλεγχος με τηλεμετρία των αρρυθμιών σε ασθενείς με καρδιακή ανεπάρκεια έχει μελετηθεί επαρκώς, σε αντίθεση με αυτόν της ισχαιμίας του μυοκαρδίου που απαιτεί περισσότερες μελέτες.

Δεδομένα από κλινικές μελέτες

Η βασισμένη στις ενδείξεις ιατρική (evidence based medicine) είναι αναγκαία για τη διαγνωστική προσπέλαση και θεραπευτική αντιμετώπιση των ασθενών βελτιώνοντας την ποιότητα ζωής, αλλά και την επιβίωσή τους. Παρατίθενται δεδομένα σε τέσσερα πεδία της καρδιολογίας, όπου οι ενδείξεις για το όφελος της τηλεϊατρικής είναι αρκετά ισχυρές: η διαχείριση των παραγόντων κινδύνου, η ανίχνευση και θεραπεία των αρρυθμιών, η παρακολούθηση ασθενών με καρδιακή ανεπάρκεια και η παρακολούθηση ασθενών με ισχαιμία και οξέα στεφανιαία σύνδρομα.

• Διαχείριση των παραγόντων κινδύνου.

Δεδομένου ότι σημαντικό ποσοστό θανάτων παγκοσμίως αποδίδεται στη στεφανιαία νόσο, η αναγνώριση και τροποποίηση των παραγόντων κινδύνου που προδιαθέτουν σε αυτήν, αποτελεί θεμελιώδη στρατηγική για τη μείωση της νοσηρότητας και θνησιμότητας των καρδιαγγειακών νοσημάτων. Παράγοντες κινδύνου όπως η αρτηριακή υπέρταση, το αυξημένο σωματικό βάρος και το επίπεδο της σωματικής δραστηριότητας, είναι σχετικά εύκολο να μετρηθούν, να ποσοτικοποιηθούν και να τροποποιηθούν. Συνεπώς, μπορούν να αποτελέσουν ιδεώδεις στόχους για απομακρυσμένη παρακολούθηση (remote monitoring) και για δυνατότητα παρέμβασης.

Οι παρεμβάσεις με κινητές συσκευές συσχετίστηκαν θετικά με τη μείωση της αρτηριακής υπέρτασης, τη διακοπή καπνίσματος και την αύξηση της σωματικής δραστηριότητας, παράγοντες που θεωρούνται σημαντικοί για την εκδήλωση στεφανιαίας νόσου. Σε κάποιες μελέτες η e-συμβουλευτική οδήγησε σε μετρήσιμη μείωση των παραγόντων κινδύνου για στεφανιαία νόσο. Στη μελέτη από τους Margolis 2 και συν ο απομακρυσμένος έλεγχος των μετρήσεων της αρτηριακής πιέσεως οδήγησε σε μείωση αυτής, σε σχέση με τη συνήθη πρακτική.

Βεβαίως οι διαφορές στη μεθοδολογία κάθε μελέτης καθώς και τα μικρά δείγματα ασθενών σε αυτές, δημιουργούν δυσκολίες στη σύγκριση ή στη γενίκευση των αποτελεσμάτων τους. Αξίζει να τονιστεί ότι η μέτρηση ενός μόνο παράγοντα κινδύνου (όπως υπάρχει στις περισσότερες εφαρμογές) δεν είναι ικανή για να μειώσει την επίπτωση της στεφανιαίας νόσου.

• Ανίχνευση αρρυθμιών και διαχείρισή τους

Η καταγραφή και ανάλυση του ΗΚΓ υπήρξε από τις πρώτες εφαρμογές της τηλεϊατρικής για την ανίχνευση διαταραχών του καρδιακού ρυθμού.

Στη REM-HF trial σε ασθενείς με καρδιακή ανεπάρκεια και εμφυτευμένες συσκευές, η απομακρυσμένη παρακολούθηση συγκρίθηκε με τη κλασσική θεραπευτική προσέγγιση. Η μελέτη έδειξε ότι στο σκέλος της τηλεμετρίας υπήρξαν περισσότερες παρεμβάσεις (επισκέψεις, νοσηλείες κ.λ.π), αλλά όχι διαφορές στη θνησιμότητα μεταξύ των δυο ομάδων. Επίσης αναλύθηκε το φορτίο της κολπικής μαρμαρυγής, αλλά όχι η χρήση των αντιπηκτικών ή η επίπτωση των θρομβοεμβολικών επεισοδίων.

Έχει καταδειχτεί επίσης ότι η τηλεμετρία είναι ανώτερη από τη συμβατική 24ωρη καταγραφή του καρδιακού ρυθμού (holter monitoring) στη διάγνωση κολπικής μαρμαρυγής σε ασθενείς μετά από αγγειακό εγκεφαλικό ή παροδικό ισχαιμικό επεισόδιο3. Εντούτοις, η καταγραφή κολπικών αρρυθμιών με αυξημένη καρδιακή συχνότητα δε σημαίνει ότι αυτές τεκμηριώνονται ως κολπική μαρμαρυγή. Το αν οι ασθενείς με αυτές τις αρρυθμίες που καταγράφονται με τηλεμετρία, είναι πράγματι σε μεγαλύτερο κίνδυνο για εγκεφαλικό επεισόδιο και πρέπει να λάβουν αντιπηκτική αγωγή, είναι κάτι που θα πρέπει να διευκρινισθεί. Άλλωστε υπάρχουν μελέτες που είναι σε εξέλιξη για να απαντηθούν οι παραπάνω προβληματισμοί.

Πρακτικά οφέλη

Εκτός από τα πρακτικά ιατρικά οφέλη της τηλεμετρίας, ένα άλλο θέμα που θα πρέπει να ληφθεί υπόψη είναι και οι πρακτικές εφαρμογές της στα διάφορα συστήματα υγείας. Υπάρχουν πολλά παραδείγματα εξ αποστάσεως ιατρικής φροντίδας, που έχουν θετικές επιδράσεις στην καθημερινή λειτουργία τους, όπως περισσότερες e-επισκέψεις και λιγότερες «δια ζώσης». Έτσι μπορεί να γίνεται καλύτερα ο καταμερισμός του ανθρώπινου δυναμικού και η παροχή ποιοτικών υπηρεσιών υγείας. Η e-συμβουλευτική προσφέρει το πλεονέκτημα ότι είναι λιγότερο δαπανηρή και απαιτεί λιγότερο χρόνο και προσωπικό σε σχέση με τη συμβατική επίσκεψη. Από την άλλη πλευρά, ως δικλείδα ασφαλείας, θα πρέπει να ελέγχεται η ποιότητα αυτών των υπηρεσιών καθώς και οι δεξιότητες των εμπλεκομένων με αυτές ατόμων .

Ενδεικτικά, σε έρευνα που διεξήχθη στην Ιταλία, η τηλεϊατρική εφαρμόστηκε στο 84% των περιπτώσεων προνοσοκομειακής αξιολόγησης του ΗΚΓ. Επίσης απομακρυσμένος έλεγχος βηματοδοτών/απινιδωτών εφαρμόστηκε στο 42% των περιπτώσεων καθώς και σε ασθενείς με καρδιακή ανεπάρκεια το αντίστοιχο ποσοστό ήταν 37%. Αντίστοιχες έρευνες έγιναν και σε κινέζικο πληθυσμό με καλά ποσοστά αποτελεσματικότητας και ικανοποίησης των συμμετεχόντων σε αυτές.